Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2013

Βράδυ Παρασκευής. Κάνει κρύο Στο κέντρο της Αθήνας. Δεν έχω φάει τίποτα όλη μέρα και μπαίνω στο μαγαζί που πηγαίνω κάθε φορά όταν θέλω να φάω μόνη μου. Τα χρώματα και οι μυρωδιές όπως κάθε φορά. Είναι πολύ πιο ήσυχα απ' ότι τα μεσημέρια και μπορώ με ηρεμία να καθίσω στο τραπέζι στη γωνία. Τα φαγητά ζεστά περιμένουν και η κυρία πίσω απ' τον πάγκο πρόθυμη να μου πει ένα ένα κάθε πιάτο τι έχει μέσα και με υπομονή ανέχεται την αναποφασιστικότητά μου. Φαίνεται γύρω στα πενήντα, με καστανά ανακατεμένα μαλλιά, μια ποδιά μισοφορεμένη που δείχνει ότι δουλεύει ήδη αρκετές ώρες. Το ένα της χέρι στον νιπτήρα και το άλλο σε μια κατσαρόλα που κάτι μέσα της κοχλάζει. Ταυτόχρονα φωνάζει στο παιδί που δουλεύουν μαζί να συνεχίσει το διάλειμμά του να τελειώσει το τσιγάρο του γιατι θα τα κάνει εκείνη. Εμπνέει μια ασφάλεια και δίνει μια αίσθηση πως ό,τι κι αν προκύψει θα το αντιμετωπίσει. Δείχνει ότι είναι έμπειρη  σ' αυτό που κάνει και διατεθειμένη να βοηθήσει τον οποιονδήποτε μπει στο μαγαζί.. Αργότερα καλεί κάποιον στο τηλέφωνο και αναφέρει ότι «Ελπίζω να μην έιναι ακατάλληλη η ώρα... ναι ήρθε κι έτσι έγινε. Η κοπέλα ήταν πολύ σωστή.. Ναι βέβαια συμφωνώ. έχετε  δίκιο.. Εκείνος δεν έχει δουλέψει ποτέ στη ζωή του δεν ξέρει τι θα πει δουλειά. Τι να του πεις»
               Ένιωσα πως θα έπρεπε να σταματήσω ν' ακούω τι λέει γιατι είχα εκτός των άλλων τελειώσει και το φαγητό μου. Αναρωτήθηκα τι ιστορίες κουβαλάει ο καθένας σ αυτό το μαγαζί που το κοινό μας είναι αυτός ο χώρος στον οποίο βρισκόμαστε είτε για να φάμε είτε για να εξυπηρετήσουμε αυτούς που θέλουν να φάνε. Παρόλα αυτά σκέφτηκα πως αυτή τη γυναίκα τη λένε Βιολέτα και ίσως έχει μεγαλώσει στην Αθήνα με γονείς που ήρθαν από κάποιο νησί να δουλέψουν και πως από μικρή μαγείρευε με τη μητέρα της και δίπλα της έμαθε πολλά για τη μαγειρική. Η Αθήνα είναι το μέρος που μεγάλωσε και συνεχίζει να ζει .Δεν έχει κάνει αρκετά ταξίδια γιατι πάντα δουλεύει για να μπορέσει να συντηρήσει εκείνη και την οικογένειά της. Έχει έναν γιο που σπουδάζει μακριά και μια κόρη που του χρόνου τελειώνει το σχολείο Δεν είμαι σίγουρη αν έχει καποιον σύζυγο. Όπως και να 'χει πάντως νιώθω πως είτε το θέλησε είτε όχι προσπαθεί με τον καλύτερο τρόπο ν' ανταπεξέλθει στο ρόλο της που ή η ίδια έδωσε στον εαυτό της ή κάποια άλλη συνθήκη της επέβαλε Αυτός είναι ο τρόπος της να επιβιώσει.
Μαρω.

Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 2013

'Εδώ βρίσκεται η Αθήνα που ήταν κάποτε η πόλη του Θησέα'
Πύλη Αδριανού.

'..Παράδειγμα η Αθήνα. Πολιτικά παραδομένη απ' άκρη σ' άκρη σ' έναν ελληνικό νεοκλασικισμό. Γεμάτη με τα γερμανικά μπαρόκ, τα γαλλικά ροκοκό, τα άκομψα αρ νουβώ και τα μεταγενέστερα μπαουχάουζ που ήταν μια εικόνα σφιχτή κι εντεταγμένη στην κλίμακα των στοιχείων του περιβάλλοντός της.' Γιάννης Τσαρούχης.


Μαρω

Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2013

  Διαδρομή β'
                      «Τα κτίρια και η ιστορία τους..»
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Ξεκίνησα χθες το απόγευμα άλλη μια διαδρομή στο περίεργα γοητευτικό κέντρο της Αθήνας!
 
Αυτή τη φορά, όμως,  έδωσα  μεγαλύτερη προσοχή στη χωροταξία της πόλης και την ιστορία των κτιρίων. Άρχισα από τα σκαλιά της κρατικής σχολής χορού μετά από μια ακόμη κουραστική μέρα! Μια κούραση από την οποία μάλλον είμαι εξαρτημένος και μόνο όταν την νιώθω είμαι καλά με τον εαυτό μου. Αλλά αυτό, όπως και να έχει, δεν είναι της παρούσης.
 
Κατηφόρισα την Ομήρου. Παρατήρησα τις πολυκατοικίες. Οι περισσότερες από αυτές δεν ξεπερνούσαν τους πέντε ορόφους. Μεταπολεμικές πολυκατοικίες της ανώτερης αστικής τάξης. Ο δρόμος όπως συνήθως, στενός! Παρκαρισμένα αυτοκίνητα και στις δύο πλευρές.Ένα πεζοδρόμιο που με κάνει να νιώθω αθλητής δρόμου μετ' εμποδίων αλλά ταυτόχρονα και εξερευνητής αρχαίων θησαυρών, αν προσθέσουμε τις μυστικές παγίδες που μπορείς να συναντήσεις! Παρόλα αυτά υπάρχουν κάποια εμπόδια που δε με πειράζουν κι αυτά είναι τα αγαπημένα σε όλους μας δεντράκια, που ευτυχώς υπάρχουν ακόμα κι ας μη μπορώ να περάσω. Έφτασα στη γωνία Ομήρου και Πανεπιστημίου. Μου έκανε εντύπωση ο καθολικός ναός του Αγίου Διονυσίου!
 
 
 
Η ανέγερση του καθολικού ναού του Αγίου Διονυσίου, έχει μια μακρά και περιπετειώδη ιστορία. Η αγορά του οικοπέδου πραγματοποιήθηκε το 1847 και, κατόπιν επιθυμίας του τότε βασιλιά Όθωνα, η μελέτη ανατέθηκε στον φημισμένο Γερμανό αρχιτέκτονα Leo von Klenze, ο οποίος σχεδίασε μια μεγαλοπρεπή τρίκλιτη βασιλική νεο-αναγεννησιακού ρυθμού (με πρότυπο το ναό του Αγίου Βονιφατίου στο Μόναχο). Η οικοδόμηση ξεκίνησε το 1853, αλλά αμέσως μετά τη θεμελίωση διακόπηκε, λόγω έλλειψης χρημάτων. Τότε ανέλαβε την επίβλεψη των εργασιών ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες αρχιτέκτονες του 19ου αιώνα, ο Λύσανδρος Καυταντζόγλου, ο οποίος το 1858 πρότεινε μια παραλλαγή του αρχικού σχεδίου, με κύρια χαρακτηριστικά τις μικρότερες διαστάσεις, την κατάργηση του κωδωνοστασίου και τον λιτότερο διάκοσμο, προσδίδοντας στο έργο, κατά τον Κ. Μπίρη, αντί της πομπώδους, "ήρεμον και αξιοπρεπή εμφάνισιν, ενηρμονισμένην εις το αρχιτεκτονικόν ύφος του Αθηναϊκού κλασσικισμού". Αν και μη ολοκληρωμένος, ο ναός λειτούργησε για πρώτη φορά το 1865 (τρία χρόνια μετά την ανατροπή του Όθωνα). Μεταξύ των ετών 1875-1891 συμπληρώθηκαν το Ιερό Βήμα, τα προπύλαια, το πρόστωο και άλλα στοιχεία, ενώ κτίστηκε και το παρακείμενο αρχιεπισκοπικό μέγαρο. Τα vitraux κατασκευάστηκαν στο Μόναχο τη δεκαετία του 1890 και οι προσθήκες συνεχίστηκαν στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, ενώ το 1960 επιχειρήθηκε μια πρώτη ανακαίνιση. Μεταξύ των ετών 1992-1998, πραγματοποιήθηκε μια πλήρης εξωτερική και εσωτερική αποκατάσταση (βάσει μελέτης του αρχιτέκτονα Γιάννη Κίζη). Προχωρώντας παρακάτω υποσχέθηκα στον εαυτό μου να τον επισκεφτώ κάποια στιγμή.
 
 
 
Έπειτα, αφού έφτασα στην Ακαδημίας παρατήρησα την Παλαιά Βουλή. Το Μέγαρο της Παλαιάς Βουλής θεμελιώθηκε το 1858 από τη βασίλισσα Αμαλία και οικοδομήθηκε σε σχέδια του Francois Boulanger. Το Μέγαρο είναι άμεσα συνδεδεμένο με την ελληνική ιστορία: πρόκειται για την πρώτη μόνιμη στέγη του ελληνικού Κοινοβουλίου. Προκειμένου να στεγάσει τη Βουλή και τη Γερουσία. Με την έξωση του βασιλιά Όθωνα και τη μεταπολίτευση του 1862 καταργείται το σώμα της Γερουσίας. Τα σχέδια του κτιρίου τροποποιούνται από τον έλληνα αρχιτέκτονα Παναγιώτη Κάλκο με κυριότερη μεταβολή την κατάργηση του αμφιθεάτρου της Γερουσίας. Το κτίριο του Κοινοβουλίου ολοκληρώνεται το 1875. Σήμερα η Παλαιά Βουλή είναι αρχιτεκτονικό κόσμημα στο κέντρο των Αθηνών. Η μεγαλόπρεπη Αίθουσα των Συνεδριάσεων αποτελεί χώρο ιστορικής μνήμης αλλά και κατάλληλη στέγη για σημαντικές εκδηλώσεις ιστορικού και πολιτιστικού περιεχομένου. Οι αίθουσες που την περιβάλλουν στεγάζουν τη μόνιμη έκθεση του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου, ενώ το υπερώο αποτελεί το χώρο περιοδικών εκθέσεων.
 
 
 
Στη συνέχεια, θέλοντας να βγω στην οδό Κολοκοτρώνη, πέρασα μέσα από την πανέμορφη πλατεία της. Δίπλα ακριβώς από την Παλαιά Βουλή για πρώτη φορά παρατήρησα την καλά κρυμμένη Μπενάκειος Βιβλιοθήκη! Το κεντρικό κτίριο της βιβλιοθήκης και το κτίριο του βιβλιοστασίου χτίστηκαν τις χρονιές 1911-1912. Στα μέσα της δεκαετίας του 1920, με δαπάνες του Αντώνη Μπενάκη, δημιουργήθηκε και το τρίτο κτίριο για να στεγάσει τη βιβλιοθήκη που ο Γιάννης Ψυχάρης είχε δωρίσει στο ελληνικό κράτος. Πρόκειται για εξαίρετο δείγμα νεοκλασικής αρχιτεκτονικής της Αθήνας των αρχών του 20ου αιώνα με πολλά διακοσμητικά εσωτερικά και εξωτερικά στοιχεία. Σήμερα ανήκει στη Βουλή και αποτελεί παράρτημα της Βιβλιοθήκης της.
 
Πιάνω την οδό Κολοκοτρώνη, ένα δρόμο που είχα πολύ καιρό να περπατήσω. Ξαφνιάστηκα όταν είδα το πλήθος των μαγαζιών που έχουν ανοίξει. Κατηφορίζοντας τον ίδιο δρόμο κι έχοντας πάντα στο νου μου τα κτίρια αντιλαμβάνομαι την ύπαρξη πολλών νεοκλασσικών. Σχεδόν όλα δεν ξεπερνούν τους τρεις ορόφους. Δυστυχώς τα πιο πολλά είναι παραμελημένα. Έφτασα στην οδό Αθηνάς. Μια οδό γεμάτη από μαγαζιά των οποίων οι αμέτρητοι πάγκοι και τα κάθε λογής αντικείμενα που κρέμονται πάνω από αυτούς (μπουφάν, βαλίτσες, μπαταρίες, ομπρέλες, φακούς κ.τ.λ.) με κάνουν κάθε φορά να σκέφτομαι πως μόνο με κάποιο μαγικό τρόπο μπορεί να τα μαζεύουν κάθε βράδυ και πως σίγουρα θα υπάρχει κάποιος μυστικός χώρος για να τα τοποθετούν!
 
 
 
Έχοντας ως στόχο να φτάσω στην Αγίων Ασωμάτων μπαίνω στα μικρά στενάκια και τις μονοκατοικίες του Ψυρρή. Στενά στα οποία στην κυριολεξία είναι γεμάτα από γκράφιτι, συνθήματα, διάφορες σκέψεις κ.τ.λ. Διασκέδασα πάρα πολύ διαβάζοντας τα. Έτσι μετά από πολλές στάσεις για «μελέτη», οι οποίες θα ήταν και περισσότερες, αν δεν τις αποθάρρυναν η συχνή εμφάνιση της δυσοσμίας που συνήθως έχουν τα μικρά και σκοτεινά δρομάκια του κέντρου, φτάνω τελικά στη πλατεία Αγίων Ασωμάτων. Το επίπεδο της εκκλησίας είναι δύο ολόκληρα μέτρα κάτω από το επίπεδο του δρόμου. Ο ναός χρονολογείται γύρω στο τρίτο τέταρτο του 11ου αιώνα. Κατά τη διάρκεια του 19ου και του 20ου αιώνα έγιναν τόσες και τέτοιες παρεμβάσεις εξωτερικά που πλέον από τα αρχικά του στοιχεία διατηρήθηκε μόνο ο Αθηναϊκός τρούλος. Το 1960 περίπου, ο ναός επανήλθε στην αρχική του μορφή και αποκαλύφθηκε η βυζαντινή τοιχοποιία του.
 
Κατά τη διαδικασία των εργασιών αποκατάστασης αποκαλύφθηκαν φθαρμένες τοιχογραφίες μεταγενέστερης εποχής, μάλλον υστεροβυζαντινών χρόνων, και βρέθηκε στην Αγία Τράπεζα μια πολύτιμη, αργυρή θήκη με ιερά λείψανα. Ακόμα και σήμερα δεν έχουν ταυτοποιηθεί για να γίνει γνωστό σε ποιον άγιο ανήκαν.
 
 
 
Αφού σταμάτησα να κάνω κύκλους γύρω από την εκκλησία, ήμουν έτοιμος για να πάρω το δρόμο της επιστροφής μέσα από τον ,ίσως, πιο εμπορικό δρόμο της Αθήνας, την «πολυπερπατημένη» Ερμού. Φτάνω στην πλατεία Μοναστηρακίου. Αφού πρώτα απόλαυσα μια μπάντα χάλκινων πνευστών αποτελούμενη κυρίως από ρόμιδες, μου αποσπά την προσοχή η εκκλησία η ονομαζόμενη Παντάνασσα. Μια εκκλησία η οποία, σήμερα, λόγω γεωλογικών μεταβολών και μεταγενέστερης διαρρύθμισης του εδάφους της πλατείας και των παρακειμένων οδών, βρίσκεται κατά το 1/3 περίπου κάτω από την επιφάνεια του.
 
Ο χρόνος της ανέγερσης δεν είναι γνωστός με ακρίβεια, αφού οι διάφοροι μελετητές του τον τοποθετούν από τον 7ο αι. ως το 12ο, με πιθανότερο τον 9ο αι. (Ορλάνδος).
 
Αρχικά η εκκλησία της Παντάνασσας (=της Βασίλισσας των πάντων) Θεοτόκου, που είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση (15 Αυγούστου), ήταν ιδιόκτητος ναός του Νικολάου Μπονεφατζή, και αργότερα έγινε Καθολικό γυναικείου μοναστηρίου, που τα κτίσματα του κάλυπταν το σύνολο της πλατείας, γι' αυτό και λεγόταν και «Μέγα Μοναστήριον». Σιγά-σιγά όμως άρχισε να φθίνει, ώστε αρχικά να καταντήσει Μετόχι της Μονής Καισαριανής και αργότερα (ίσως από το 1690) ενοριακός ναός και έκτοτε, οπωσδήποτε από το 1821, να λέγεται «Μοναστηράκι».
 
 
 
Λίγο πιο πέρα από την εκκλησία υπάρχει το τζαμί. Αυτό χτίστηκε από τον Τούρκο βοεβόδα Τζισταράκη το 1759 με υλικό παρμένο από παλιά κτίρια. Για το μαρμαροκονίασμα των τοίχων, ανατινάχτηκε η 17η κολώνα του Ναού του Ολυμπίου Διός. Οι παλιοί Αθηναίοι πίστευαν ότι κάτω από κάθε κίονα του ναού βρισκόταν παγιδευμένη μία κατάρα, κάτι που επιβεβαιώθηκε με το ξέσπασμα λιμού στην πόλη. Σύμφωνα με τον ίδιο μύθο, ο ναός του Διός θρήνησε τόσο δυνατά την καταστροφή της στήλης, που εκείνο το βράδυ κανείς δεν κοιμήθηκε στην Αθήνα. Ηρέμησε μόνο με την δολοφονία του βοεβόδα. Μετά την Επανάσταση του 1821 χρησιμοποιήθηκε το κτήριο για συνελεύσεις και το 1924μετατράπηκε σε λαογραφικό μουσείο. Ο Γ. Δροσίνης προσέφερε δύο πολύτιμες συλλογές, τα έπιπλα, σκεύη και εικόνες από τον Δανό Κ. Πελφ και τα ιαπωνικά αγγεία του Γρ. Μάνου. Το μετονόμασε σε Εθνικό Μουσείο Κοσμητικών Τεχνών. Σήμερα στο τζαμί στεγάζεται συλλογή κεραμικών.
 
 
 
Άφησα πίσω μου τη πολυπληθή πλατεία και συνέχισα να ανηφορίζω στην αντίστοιχα πολύκοσμη και πολύβουη πια Ερμού με τις πολλές βιτρίνες και τα πολλά φώτα. Έφτασα στη γνωστή Καπνικαρέα. Αφού πάλι πρώτα ασήμωσα και απόλαυσα μια παρέα από B boys που χόρευαν  break dance, παρατήρησα την εκκλησία. Η Καπνικαρέα χρονολογείται από τον 11ο αιώνα
 
Είναι αφιερωμένη στα Εισόδια της Θεοτόκου και ανήκει στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, έτσι λοιπόν ονομάζεται «Ιερός Πανεπιστημιακός Ναός».
 
Ο αρχιτεκτονικός της ρυθμός είναι σύνθετος τετρακιόνιος σταυροειδής εγγεγραμμένος. Αναφέρεται ότι έχει κτιστεί στη θέση παλαιότερης εκκλησίας την οποία είχε αναγείρει η Ευδοκία, Αθηναία σύζυγος του αυτοκράτορα Θεοδόσιου του Μικρού. Η αρχική εκκλησία είχε χτιστεί με τη σειρά της (όπως συνηθιζόταν) πάνω στα θεμέλια αρχαίου ελληνικού ναού, αφιερωμένου σε γυναικεία θεότητα, πιθανότατα την Αθηνά ή την Δήμητρα. Στο ναό βρίσκονται ενσωματωμένα οικοδομικά στοιχεία όπως κίονες με ρωμαϊκά κιονόκρανα και εντοιχισμένα γλυπτά και επιγραφές.
 
Στη βόρεια πλευρά του ναού έχει προστεθεί παρεκλήσσι με τρούλο στη μνήμη της Αγίας Βαρβάρας
 
Το όνομα της εκκλησίας θεωρείται ότι προέρχεται από αυτόν που την έκτισε, ο οποίος εισέπραττε ένα φόρο οικοδομών στα χρόνια του Βυζαντίου, τον καπνικό φόρο. Πιο παλιά είχε το όνομα Καμουχαρέα, από το όνομα των χρυσοΰφαντων υφασμάτων (καμουχάς) τα οποία πιθανότατα έφτιαχναν σε εργαστήρια στην περιοχή.
 
Κατά την Τουρκοκρατία ονομαζόταν εκκλησία της Βασιλοπούλας και του Πρέντζα. Το 1834 υπήρξε σχέδιο κατεδάφισης του ναού το οποίο δεν εκτελέσθηκε με παρέμβαση του Λουδοβίκου της Βαυαρίας, του πατέρα του Όθωνα.
 
 
 
Με αυτά και με αυτά έφτασα στην Πλατεία Συντάγματος, το κυριολεκτικά κέντρο της Αθήνας, αφού οι χιλιομετρικές αποστάσεις στην Ελλάδα έχουν ως κέντρο αναφοράς την Πλατεία Συντάγματος.
 
Εκεί ξαφνικά συνάντησα και τον χαρακτήρα που ασυναίσθητα με έκανε να τον παρακολουθήσω.
 
Ο συγκεκριμένος χαρακτήρας ήταν ένας κύριος περίπου εξήντα με εβδομήντα χρονών. Το πρώτο που μου έκανε εντύπωση σε αυτόν ήταν το ντύσιμό του και η πολύ ενδιαφέρουσα αισθητική του σε αντιπαράθεση με την ηλικία του. Τίποτα δεν ήταν τυχαίο πάνω του. Φορούσε υφασμάτινο, σκούρο παντελόνι με ανεβασμένα λίγο τα μπατζάκια του, ώστε να φαίνονται οι ανοιχτόχρωμες κάλτσες του. Κάλτσες με κόκκινες ρίγες τις οποίες πλαισίωναν σκούρα δερμάτινα παπούτσια. Από πάνω φορούσε ανοιχτόχρωμο πουκάμισο, ένα ωραίο κίτρινο μπουφάν κι ένα κόκκινο κασκόλ. Είχα ενθουσιαστεί! Όλα ήταν vintage κομμάτια με απίστευτες λεπτομέρειες και πραγματική χρωματική αρμονία. Στην αρχή σκέφτηκα μήπως είναι κανένας παλιός βαρώνος της μόδας αλλά η άσχετη αθλητική τσάντα μάρκας puma στην πλάτη με έκανε να το ξεχάσω αμέσως, κάτι που με χαροποίησε ακόμα πιο πολύ. Παρόλα αυτά ήταν ξεκάθαρο ότι δεν του έφτανε να ντυθεί απλά για να ντυθεί. Έτσι βάζοντας τη φαντασία μου να οργιάζει κόλλησα από πίσω του κι άρχισα να δημιουργώ τη δική μου προσωπικότητα που ζει στο κέντρο της Αθήνας. Είχε κάτασπρα μούσια, κάτασπρα κοντά μαλλιά, μεγάλο κούτελο και λίγη καραφλίτσα. Το πρόσωπό του, με τις απαραίτητες ρυτίδες και το ψημένο δέρμα με αρκετές φακίδες φανέρωνε τη σίγουρα πολύωρη ή πολύχρονη παραμονή του στο παρελθόν κάτω από τον ήλιο. Ήταν μόνος του. Περπατούσε αργά παρατηρώντας ο,τιδήποτε μπορούσε να του κεντρίσει το ενδιαφέρον. Φαινόταν ότι δεν τον ένοιαζε να φτάσει κάπου. Έκανε τη διαδρομή για τη διαδρομή. Σαν να ήθελε να ξεχαστεί από μια κουραστική μέρα ή σαν να ήθελε να προβληματιστεί παραπάνω, αφού πραγματικά τα μάτια του έδειχναν ένα άνθρωπο βυθισμένο απόλυτα μέσα στις σκέψεις του. Σκέφτηκα τι επάγγελμα θα μπορούσε να έκανε και σχετικά εύκολα κατέληξα ότι είναι καλλιτέχνης και συγκεκριμένα εικαστικός. Ένας εικαστικός μυημένος σίγουρα σε σύγχρονες πρακτικές. Ένας εικαστικός με συνεχείς αναζητήσεις που παλεύει να ικανοποιήσει έννοιες όπως η αλήθεια, το καινούριο, η αυτογνωσία κ.ο.κ. Είναι σίγουρα μοναχικός τύπος ( η κλασσική μοναχικότητα του καλλιτέχνη!). Έχει κάνει οικογένεια στο παρελθόν όμως τώρα είναι χωρισμένος. Παρόλα αυτά έχει άψογη επικοινωνία και σχέση με τα παιδιά του και την πρώην γυναίκα του. Δεν έχει πολλά λεφτά, δεν τον νοιάζει κιόλας, όμως σίγουρα δεν πεινάει. Είναι ευγενικός αλλά όχι προσιτός. Ασχολείται μόνο όταν θεωρεί ότι ο άλλος αξίζει. Είναι φιλικός όμως δύσκολος άνθρωπος με πολλές παραξενιές λόγω των πολλών εξαναγκασμών,  προσωπικών επιδιώξεων και εμμονών. Είναι πολύ οξυδερκής, καθόλου ανασφαλής, ξέρει ποιος είναι και τι θέλει. Χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι έχει σταματήσει να αυτοπροσδιορίζεται, να αυτοακυρώνεται και να προβληματίζεται. Μέσα στην πόλη τον φαντάζομαι μόνο, όπως εκείνη τη στιγμή,  με μια μόνιμη διάθεση εξερεύνησης χωρίς όμως ποτέ να ξεχνά τα αγαπημένα του στέκια. Τα οποία σίγουρα είναι μικρά μαγαζάκια με πολύ ζεστό περιβάλλον, καλλιτεχνικές αναφορές και σίγουρα καλό καφέ και καλά ποτά. Στέκια που όλοι τον γνωρίζουν και τον σέβονται, άσχετα αν τον συμπαθούν και του μιλάνε. Δουλεύει πολλές ώρες. Βγαίνει σπάνια έξω και αγαπά πάρα πολύ να είναι μόνος του και να περπατάει. Όταν αποφασίσει να βγει θα είναι για να συναντήσει κάποιον από τους δύο πολύ στενούς του φίλους!
 
 
 
Δυστυχώς όμως η ώρα περνούσε και  αναγκάστηκα να τον αφήσω μέσα σε ένα μαγαζί με μεταχειρισμένα ρούχα και να δώσω ένα τέλος και  σε  αυτήν την
 
 όμορφη διαδρομή. Πραγματικά την ευχαριστήθηκα! Είδα μέρη που δεν είχα ξαναδεί, έμαθα πολλά, αλλά και συγχρόνως ξεχάστηκα και αρκετά. Μια διαδικασία που τελικά αποδείχτηκε πολύ πιο ενδιαφέρουσα και δημιουργική από ότι περίμενα.
 
                                                                                                         19-11-2013   
ΜΟΛΥΜΠΑΚΗΣ
ΙΑΚΩΒΟΣ
Πριν πάω τη μεγάλη βόλτα στο κέντρο της Αθήνας πέρασα από το Φίλιον, ένα παλιό καφέ που βρίσκεται στη Σκουφά. Ο παππούς μου μου έχει πει πως παλιά λεγόταν Dolce και είχε τις καλύτερες πάστες της περιοχής! Εκεί είδα τον κύριο Ηρακλή, έναν από τους σερβιτόρους που γνωρίζω από τότε που έμενα δίπλα από τη σχολή. Έναν ψηλό, μεσήλικα άντρα με μια καραφλίτσα στην κορυφή του κεφαλιού του που κάθε φορά που με βλέπει με κοιτάει με το ευγενικό του χαμόγελο και με ρωτάει αν είμαι καλά και αν πάει καλά η σχολή. Μόλις με είδε που κάθησα σε ένα από τα τραπεζάκια το χαμόγελο του έγινε μεγαλύτερο και με πλησίασε να με ρωτήσει τι θέλω να πιώ. Του ζήτησα μια ζεστή σοκολάτα. Καθώς έφευγε για να δώσει την παραγγελία για πρώτη φορά αναρωτήθηκα πως μπορεί να είναι αυτός ο άνθρωπος χωρίς την ποδιά της εργασίας του. Το μόνο που ξέρω γι αυτόν είναι πως έχει μια μικρή κόρη και αυτό επειδή όταν με είχε ρωτήσει τι σπουδάζω και του είχα απαντήσει χορό μου είπε πως και η κόρη του κάνει χορό και θελει να γίνει μπαλαρίνα! Ακόμα όμως και αν δεν ήξερα πως έχει κόρη δε θα μου ήταν δύσκολο να το μαντέψω. Μπορώ να αναγνωρίσω στο βλέμμα του κάτι οικείο που βλέπω στον δικό μου μπαμπά. Τη γλυκήτητα ενός πατέρα ερωτευμένου με την κόρη του. Ο κύριος Ηρακλής φαίνεται ήσυχος άνθρωπος και δύσκολα μπορώ να τον φανταστώ να θυμώνει. Το χαμογελό του που καμία φορά χάνεται πίσω από ένα προβληματισμένο ύφος μόλις επανέρχεται φέρνει μια αισιοδοξία. Φαντάζομαι δίπλα του μια γυναίκα ήρεμη σαν εκείνον, άλλωστε ένας αισιόδοξος άνθρωπος που χαμογελάει στις δύσκολες αυτές μερες δείχνει πως σίγουρα δεν του λείπει η ηρεμία και η αγάπη. Είναι ένας άνθρωπος που χαίρομαι να βλέπω κάθε φορά που περνάω έξω από το καφε γιατί είναι μια νότα χαράς μέσα στη ρουτίνα της καθημερινότητας.
ΑΣΠΑΣΙΑ

Σάββατο 23 Νοεμβρίου 2013

Νικολέτα Κουτίτσα
3ο έτος ΚΣΟΤ
Εργασία : Βόλτα στην Αθήνα


Ήταν Κυριακή πρωί, όταν βρέθηκα στην πλατεία στο Μοναστηράκι. Ο καιρός παιχνιδιάρικος. Τα σύννεφα στον ουρανό άλλαζαν σχήματα συνεχώς και ο ήλιος μία εμφανιζόταν και μία όχι. Αραιές ψιχάλες σε αυτή τη βόλτα ήταν αρκετές για να αλλάξουν το ρυθμό των περαστικών, καθώς και τον δικό μου.

Έτρεξα σε ένα καφέ, μέχρι να περάσει η βροχή. Μπήκα βιαστική μαζί με άλλους ανθρώπους που σκέφτηκαν το ίδιο. Ευτυχώς δεν είχε ήδη πολύ κόσμο μέσα. Κάθισα σε μα γωνία κοντά στο παράθυρο. Στο βάθος η Ακρόπολη να αντιστέκεται στη φθορά του χρόνου.
Απέναντί μου καθόταν ένα ζευγάρι. Φαίνονταν ότι ήταν τουρίστες. Είχαν απλώσει ένα χάρτη σαν τραπεζομάντηλο και σκυμμένοι από πάνω του μελετούσαν με προσοχή.
Δίπλα μου ήταν  μια νεαρή όμορφη κοπέλα και μιλούσε στο τηλέφωνο. Ξανθιά , ψιλόλιγνη. Αέρινη στις κινήσεις τις. Ο τρόπος που καθόταν , η στάση του σώματος  , ακόμη και το ντύσιμο της- ένα μακρύ λευκό φόρεμα σα χιτώνας- μου έδωσαν την αίσθηση αρχαίας ιέρειας. Τη σκέψη μου αυτή συμπλήρωναν και τα μαλλιά που ήταν μακριές μπούκλες και κάποιες πιο κοντές που έπεφταν στο πρόσωπό της.
Μιλούσε για αρκετή ώρα στο τηλέφωνο. Κάποια στιγμή σκούπισε τα μάτια της . Εγώ αναρωτήθηκα, «γιατί κλαίει?»
Ένας νεαρός ήρθε και κάθισε δίπλα της. Την αγκάλιασε και της ψιθύρισε κάτι και εκείνη αμέσως χαμογέλασε. Σηκώθηκαν και έφυγαν αγκαλιασμένοι.
Η βροχή σταμάτησε και ο ήλιος φώτισε από το παράθυρο κατευθείαν το πρόσωπό μου και σαν όνειρο μου ήρθε η εικόνα της κοπέλας του καφέ να κατεβαίνει από ένα λεωφορείο και να πηγαίνει με γρήγορο βήμα στο παγοδρόμιο. Την ακολούθησα και την πρόλαβα τη στιγμή που μπήκε στην πίστα.  Ήταν εξαιρετική! Οι στροφές , τα άλματα , γλιστρούσε σαν αέρας.
Ξαφνικά παιδικές φωνές ακούστηκαν. Όντως ονειρεύτηκα. Το καφέ γέμισε μαθητές και εγώ έφυγα.
Μια μεγάλη αφίσα στο δρόμο τράβηξε την προσοχή μου. «ΤΣΙΡΚΟ ΜΕΝΤΡΑΝΟ». Ένα ζευγάρι κάνει ακροβατικά. Έμοιαζε πολύ με την κοπέλα και το νεαρό που είδα στο καφέ. Μπορεί να ήταν αυτοί.
Ποιος ξέρει τι κούραση περνούν για να αντέξουν τις πρόβες, τα συχνά ταξίδια. Ίσως το κλάμα να ήταν ένα ξέσπασμα, μια στιγμή αδυναμίας μέσα στην κούραση. Η νοσταλγία για την πατρίδα της, των γονιών της. Ίσως γιατί απογοητεύτηκε από την πρόβα που δεν πήγε καλά την προηγούμενη μέρα, ο φόβος της αποτυχίας.  Ποιος ξέρει..

Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2013

   Διαδρομή β'
                      «Τα κτίρια και η ιστορία τους..»
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Ξεκίνησα χθες το απόγευμα άλλη μια διαδρομή στο περίεργα γοητευτικό κέντρο της Αθήνας!
Αυτή τη φορά, όμως,  έδωσα  μεγαλύτερη προσοχή στη χωροταξία της πόλης και την ιστορία των κτιρίων. Άρχισα από τα σκαλιά της κρατικής σχολής χορού μετά από μια ακόμη κουραστική μέρα! Μια κούραση από την οποία μάλλον είμαι εξαρτημένος και μόνο όταν την νιώθω είμαι καλά με τον εαυτό μου. Αλλά αυτό, όπως και να έχει, δεν είναι της παρούσης.
Κατηφόρισα την Ομήρου. Παρατήρησα τις πολυκατοικίες. Οι περισσότερες από αυτές δεν ξεπερνούσαν τους πέντε ορόφους. Μεταπολεμικές πολυκατοικίες της ανώτερης αστικής τάξης. Ο δρόμος όπως συνήθως, στενός! Παρκαρισμένα αυτοκίνητα και στις δύο πλευρές…Ένα πεζοδρόμιο που με κάνει να νιώθω αθλητής δρόμου μετ’ εμποδίων αλλά ταυτόχρονα και εξερευνητής αρχαίων θησαυρών, αν προσθέσουμε τις μυστικές παγίδες που μπορείς να συναντήσεις! Παρόλα αυτά υπάρχουν κάποια εμπόδια που δε με πειράζουν κι αυτά είναι τα αγαπημένα σε όλους μας δεντράκια, που ευτυχώς υπάρχουν ακόμα κι ας μη μπορώ να περάσω. Έφτασα στη γωνία Ομήρου και Πανεπιστημίου. Μου έκανε εντύπωση ο καθολικός ναός του Αγίου Διονυσίου!
 
Η ανέγερση του καθολικού ναού του Αγίου Διονυσίου, έχει μια μακρά και περιπετειώδη ιστορία. Η αγορά του οικοπέδου πραγματοποιήθηκε το 1847 και, κατόπιν επιθυμίας του τότε βασιλιά Όθωνα, η μελέτη ανατέθηκε στον φημισμένο Γερμανό αρχιτέκτονα Leo von Klenze, ο οποίος σχεδίασε μια μεγαλοπρεπή τρίκλιτη βασιλική νεο-αναγεννησιακού ρυθμού (με πρότυπο το ναό του Αγίου Βονιφατίου στο Μόναχο). Η οικοδόμηση ξεκίνησε το 1853, αλλά αμέσως μετά τη θεμελίωση διακόπηκε, λόγω έλλειψης χρημάτων. Τότε ανέλαβε την επίβλεψη των εργασιών ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες αρχιτέκτονες του 19ου αιώνα, ο Λύσανδρος Καυταντζόγλου, ο οποίος το 1858 πρότεινε μια παραλλαγή του αρχικού σχεδίου, με κύρια χαρακτηριστικά τις μικρότερες διαστάσεις, την κατάργηση του κωδωνοστασίου και τον λιτότερο διάκοσμο, προσδίδοντας στο έργο, κατά τον Κ. Μπίρη, αντί της πομπώδους, "ήρεμον και αξιοπρεπή εμφάνισιν, ενηρμονισμένην εις το αρχιτεκτονικόν ύφος του Αθηναϊκού κλασσικισμού". Αν και μη ολοκληρωμένος, ο ναός λειτούργησε για πρώτη φορά το 1865 (τρία χρόνια μετά την ανατροπή του Όθωνα). Μεταξύ των ετών 1875-1891 συμπληρώθηκαν το Ιερό Βήμα, τα προπύλαια, το πρόστωο και άλλα στοιχεία, ενώ κτίστηκε και το παρακείμενο αρχιεπισκοπικό μέγαρο. Τα vitraux κατασκευάστηκαν στο Μόναχο τη δεκαετία του 1890 και οι προσθήκες συνεχίστηκαν στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, ενώ το 1960 επιχειρήθηκε μια πρώτη ανακαίνιση. Μεταξύ των ετών 1992-1998, πραγματοποιήθηκε μια πλήρης εξωτερική και εσωτερική αποκατάσταση (βάσει μελέτης του αρχιτέκτονα Γιάννη Κίζη). Προχωρώντας παρακάτω υποσχέθηκα στον εαυτό μου να τον επισκεφτώ κάποια στιγμή.
 
Έπειτα, αφού έφτασα στην Ακαδημίας παρατήρησα την Παλαιά Βουλή. Το Μέγαρο της Παλαιάς Βουλής θεμελιώθηκε το 1858 από τη βασίλισσα Αμαλία και οικοδομήθηκε σε σχέδια του Francois Boulanger. Το Μέγαρο είναι άμεσα συνδεδεμένο με την ελληνική ιστορία: πρόκειται για την πρώτη μόνιμη στέγη του ελληνικού Κοινοβουλίου. Προκειμένου να στεγάσει τη Βουλή και τη Γερουσία. Με την έξωση του βασιλιά Όθωνα και τη μεταπολίτευση του 1862 καταργείται το σώμα της Γερουσίας. Τα σχέδια του κτιρίου τροποποιούνται από τον έλληνα αρχιτέκτονα Παναγιώτη Κάλκο με κυριότερη μεταβολή την κατάργηση του αμφιθεάτρου της Γερουσίας. Το κτίριο του Κοινοβουλίου ολοκληρώνεται το 1875. Σήμερα η Παλαιά Βουλή είναι αρχιτεκτονικό κόσμημα στο κέντρο των Αθηνών. Η μεγαλόπρεπη Αίθουσα των Συνεδριάσεων αποτελεί χώρο ιστορικής μνήμης αλλά και κατάλληλη στέγη για σημαντικές εκδηλώσεις ιστορικού και πολιτιστικού περιεχομένου. Οι αίθουσες που την περιβάλλουν στεγάζουν τη μόνιμη έκθεση του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου, ενώ το υπερώο αποτελεί το χώρο περιοδικών εκθέσεων.
 
Στη συνέχεια, θέλοντας να βγω στην οδό Κολοκοτρώνη, πέρασα μέσα από την πανέμορφη πλατεία της. Δίπλα ακριβώς από την Παλαιά Βουλή για πρώτη φορά παρατήρησα την καλά κρυμμένη Μπενάκειος Βιβλιοθήκη! Το κεντρικό κτίριο της βιβλιοθήκης και το κτίριο του βιβλιοστασίου χτίστηκαν τις χρονιές 1911-1912. Στα μέσα της δεκαετίας του 1920, με δαπάνες του Αντώνη Μπενάκη, δημιουργήθηκε και το τρίτο κτίριο για να στεγάσει τη βιβλιοθήκη που ο Γιάννης Ψυχάρης είχε δωρίσει στο ελληνικό κράτος. Πρόκειται για εξαίρετο δείγμα νεοκλασικής αρχιτεκτονικής της Αθήνας των αρχών του 20ου αιώνα με πολλά διακοσμητικά εσωτερικά και εξωτερικά στοιχεία. Σήμερα ανήκει στη Βουλή και αποτελεί παράρτημα της Βιβλιοθήκης της.
Πιάνω την οδό Κολοκοτρώνη, ένα δρόμο που είχα πολύ καιρό να περπατήσω. Ξαφνιάστηκα όταν είδα το πλήθος των μαγαζιών που έχουν ανοίξει. Κατηφορίζοντας τον ίδιο δρόμο κι έχοντας πάντα στο νου μου τα κτίρια αντιλαμβάνομαι την ύπαρξη πολλών νεοκλασσικών. Σχεδόν όλα δεν ξεπερνούν τους τρεις ορόφους. Δυστυχώς τα πιο πολλά είναι παραμελημένα. Έφτασα στην οδό Αθηνάς. Μια οδό γεμάτη από μαγαζιά των οποίων οι αμέτρητοι πάγκοι και τα κάθε λογής αντικείμενα που κρέμονται πάνω από αυτούς (μπουφάν, βαλίτσες, μπαταρίες, ομπρέλες, φακούς κ.τ.λ.) με κάνουν κάθε φορά να σκέφτομαι πως μόνο με κάποιο μαγικό τρόπο μπορεί να τα μαζεύουν κάθε βράδυ και πως σίγουρα θα υπάρχει κάποιος μυστικός χώρος για να τα τοποθετούν!
 
Έχοντας ως στόχο να φτάσω στην Αγίων Ασωμάτων μπαίνω στα μικρά στενάκια και τις μονοκατοικίες του Ψυρρή. Στενά στα οποία στην κυριολεξία είναι γεμάτα από γκράφιτι, συνθήματα, διάφορες σκέψεις κ.τ.λ. Διασκέδασα πάρα πολύ διαβάζοντας τα. Έτσι μετά από πολλές στάσεις για «μελέτη», οι οποίες θα ήταν και περισσότερες, αν δεν τις αποθάρρυναν η συχνή εμφάνιση της δυσοσμίας που συνήθως έχουν τα μικρά και σκοτεινά δρομάκια του κέντρου, φτάνω τελικά στη πλατεία Αγίων Ασωμάτων. Το επίπεδο της εκκλησίας είναι δύο ολόκληρα μέτρα κάτω από το επίπεδο του δρόμου. Ο ναός χρονολογείται γύρω στο τρίτο τέταρτο του 11ου αιώνα. Κατά τη διάρκεια του 19ου και του 20ου αιώνα έγιναν τόσες και τέτοιες παρεμβάσεις εξωτερικά που πλέον από τα αρχικά του στοιχεία διατηρήθηκε μόνο ο Αθηναϊκός τρούλος. Το 1960 περίπου, ο ναός επανήλθε στην αρχική του μορφή και αποκαλύφθηκε η βυζαντινή τοιχοποιία του.
Κατά τη διαδικασία των εργασιών αποκατάστασης αποκαλύφθηκαν φθαρμένες τοιχογραφίες μεταγενέστερης εποχής, μάλλον υστεροβυζαντινών χρόνων, και βρέθηκε στην Αγία Τράπεζα μια πολύτιμη, αργυρή θήκη με ιερά λείψανα. Ακόμα και σήμερα δεν έχουν ταυτοποιηθεί για να γίνει γνωστό σε ποιον άγιο ανήκαν.
 
Αφού σταμάτησα να κάνω κύκλους γύρω από την εκκλησία, ήμουν έτοιμος για να πάρω το δρόμο της επιστροφής μέσα από τον ,ίσως, πιο εμπορικό δρόμο της Αθήνας, την «πολυπερπατημένη» Ερμού. Φτάνω στην πλατεία Μοναστηρακίου. Αφού πρώτα απόλαυσα μια μπάντα χάλκινων πνευστών αποτελούμενη κυρίως από ρόμιδες, μου αποσπά την προσοχή η εκκλησία η ονομαζόμενη Παντάνασσα. Μια εκκλησία η οποία, σήμερα, λόγω γεωλογικών μεταβολών και μεταγενέστερης διαρρύθμισης του εδάφους της πλατείας και των παρακειμένων οδών, βρίσκεται κατά το 1/3 περίπου κάτω από την επιφάνεια του.
Ο χρόνος της ανέγερσης δεν είναι γνωστός με ακρίβεια, αφού οι διάφοροι μελετητές του τον τοποθετούν από τον 7ο αι. ως το 12ο, με πιθανότερο τον 9ο αι. (Ορλάνδος).
Αρχικά η εκκλησία της Παντάνασσας (=της Βασίλισσας των πάντων) Θεοτόκου, που είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση (15 Αυγούστου), ήταν ιδιόκτητος ναός του Νικολάου Μπονεφατζή, και αργότερα έγινε Καθολικό γυναικείου μοναστηρίου, που τα κτίσματα του κάλυπταν το σύνολο της πλατείας, γι' αυτό και λεγόταν και «Μέγα Μοναστήριον». Σιγά-σιγά όμως άρχισε να φθίνει, ώστε αρχικά να καταντήσει Μετόχι της Μονής Καισαριανής και αργότερα (ίσως από το 1690) ενοριακός ναός και έκτοτε, οπωσδήποτε από το 1821, να λέγεται «Μοναστηράκι».
 
Λίγο πιο πέρα από την εκκλησία υπάρχει το τζαμί. Αυτό χτίστηκε από τον Τούρκο βοεβόδα Τζισταράκη το 1759 με υλικό παρμένο από παλιά κτίρια. Για το μαρμαροκονίασμα των τοίχων, ανατινάχτηκε η 17η κολώνα του Ναού του Ολυμπίου Διός. Οι παλιοί Αθηναίοι πίστευαν ότι κάτω από κάθε κίονα του ναού βρισκόταν παγιδευμένη μία κατάρα, κάτι που επιβεβαιώθηκε με το ξέσπασμα λιμού στην πόλη. Σύμφωνα με τον ίδιο μύθο, ο ναός του Διός θρήνησε τόσο δυνατά την καταστροφή της στήλης, που εκείνο το βράδυ κανείς δεν κοιμήθηκε στην Αθήνα. Ηρέμησε μόνο με την δολοφονία του βοεβόδα. Μετά την Επανάσταση του 1821 χρησιμοποιήθηκε το κτήριο για συνελεύσεις και το 1924μετατράπηκε σε λαογραφικό μουσείο. Ο Γ. Δροσίνης προσέφερε δύο πολύτιμες συλλογές, τα έπιπλα, σκεύη και εικόνες από τον Δανό Κ. Πελφ και τα ιαπωνικά αγγεία του Γρ. Μάνου. Το μετονόμασε σε Εθνικό Μουσείο Κοσμητικών Τεχνών. Σήμερα στο τζαμί στεγάζεται συλλογή κεραμικών.
 
Άφησα πίσω μου τη πολυπληθή πλατεία και συνέχισα να ανηφορίζω στην αντίστοιχα πολύκοσμη και πολύβουη πια Ερμού με τις πολλές βιτρίνες και τα πολλά φώτα. Έφτασα στη γνωστή Καπνικαρέα. Αφού πάλι πρώτα ασήμωσα και απόλαυσα μια παρέα από B boys που χόρευαν  break dance, παρατήρησα την εκκλησία. Η Καπνικαρέα χρονολογείται από τον 11ο αιώνα
Είναι αφιερωμένη στα Εισόδια της Θεοτόκου και ανήκει στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, έτσι λοιπόν ονομάζεται «Ιερός Πανεπιστημιακός Ναός».
Ο αρχιτεκτονικός της ρυθμός είναι σύνθετος τετρακιόνιος σταυροειδής εγγεγραμμένος. Αναφέρεται ότι έχει κτιστεί στη θέση παλαιότερης εκκλησίας την οποία είχε αναγείρει η Ευδοκία, Αθηναία σύζυγος του αυτοκράτορα Θεοδόσιου του Μικρού. Η αρχική εκκλησία είχε χτιστεί με τη σειρά της (όπως συνηθιζόταν) πάνω στα θεμέλια αρχαίου ελληνικού ναού, αφιερωμένου σε γυναικεία θεότητα, πιθανότατα την Αθηνά ή την Δήμητρα. Στο ναό βρίσκονται ενσωματωμένα οικοδομικά στοιχεία όπως κίονες με ρωμαϊκά κιονόκρανα και εντοιχισμένα γλυπτά και επιγραφές.
Στη βόρεια πλευρά του ναού έχει προστεθεί παρεκλήσσι με τρούλο στη μνήμη της Αγίας Βαρβάρας
Το όνομα της εκκλησίας θεωρείται ότι προέρχεται από αυτόν που την έκτισε, ο οποίος εισέπραττε ένα φόρο οικοδομών στα χρόνια του Βυζαντίου, τον καπνικό φόρο. Πιο παλιά είχε το όνομα Καμουχαρέα, από το όνομα των χρυσοΰφαντων υφασμάτων (καμουχάς) τα οποία πιθανότατα έφτιαχναν σε εργαστήρια στην περιοχή.
Κατά την Τουρκοκρατία ονομαζόταν εκκλησία της Βασιλοπούλας και του Πρέντζα. Το 1834 υπήρξε σχέδιο κατεδάφισης του ναού το οποίο δεν εκτελέσθηκε με παρέμβαση του Λουδοβίκου της Βαυαρίας, του πατέρα του Όθωνα.
 
Με αυτά και με αυτά έφτασα στην Πλατεία Συντάγματος, το κυριολεκτικά κέντρο της Αθήνας, αφού οι χιλιομετρικές αποστάσεις στην Ελλάδα έχουν ως κέντρο αναφοράς την Πλατεία Συντάγματος.
Εκεί ξαφνικά συνάντησα και τον χαρακτήρα που ασυναίσθητα με έκανε να τον παρακολουθήσω.
Ο συγκεκριμένος χαρακτήρας ήταν ένας κύριος περίπου εξήντα με εβδομήντα χρονών. Το πρώτο που μου έκανε εντύπωση σε αυτόν ήταν το ντύσιμό του και η πολύ ενδιαφέρουσα αισθητική του σε αντιπαράθεση με την ηλικία του. Τίποτα δεν ήταν τυχαίο πάνω του. Φορούσε υφασμάτινο, σκούρο παντελόνι με ανεβασμένα λίγο τα μπατζάκια του, ώστε να φαίνονται οι ανοιχτόχρωμες κάλτσες του. Κάλτσες με κόκκινες ρίγες τις οποίες πλαισίωναν σκούρα δερμάτινα παπούτσια. Από πάνω φορούσε ανοιχτόχρωμο πουκάμισο, ένα ωραίο κίτρινο μπουφάν κι ένα κόκκινο κασκόλ. Είχα ενθουσιαστεί! Όλα ήταν vintage κομμάτια με απίστευτες λεπτομέρειες και πραγματική χρωματική αρμονία. Στην αρχή σκέφτηκα μήπως είναι κανένας παλιός βαρώνος της μόδας αλλά η άσχετη αθλητική τσάντα μάρκας puma στην πλάτη με έκανε να το ξεχάσω αμέσως, κάτι που με χαροποίησε ακόμα πιο πολύ. Παρόλα αυτά ήταν ξεκάθαρο ότι δεν του έφτανε να ντυθεί απλά για να ντυθεί. Έτσι βάζοντας τη φαντασία μου να οργιάζει κόλλησα από πίσω του κι άρχισα να δημιουργώ τη δική μου προσωπικότητα που ζει στο κέντρο της Αθήνας. Είχε κάτασπρα μούσια, κάτασπρα κοντά μαλλιά, μεγάλο κούτελο και λίγη καραφλίτσα. Το πρόσωπό του, με τις απαραίτητες ρυτίδες και το ψημένο δέρμα με αρκετές φακίδες φανέρωνε τη σίγουρα πολύωρη ή πολύχρονη παραμονή του στο παρελθόν κάτω από τον ήλιο. Ήταν μόνος του. Περπατούσε αργά παρατηρώντας ο,τιδήποτε μπορούσε να του κεντρίσει το ενδιαφέρον. Φαινόταν ότι δεν τον ένοιαζε να φτάσει κάπου. Έκανε τη διαδρομή για τη διαδρομή. Σαν να ήθελε να ξεχαστεί από μια κουραστική μέρα ή σαν να ήθελε να προβληματιστεί παραπάνω, αφού πραγματικά τα μάτια του έδειχναν ένα άνθρωπο βυθισμένο απόλυτα μέσα στις σκέψεις του. Σκέφτηκα τι επάγγελμα θα μπορούσε να έκανε και σχετικά εύκολα κατέληξα ότι είναι καλλιτέχνης και συγκεκριμένα εικαστικός. Ένας εικαστικός μυημένος σίγουρα σε σύγχρονες πρακτικές. Ένας εικαστικός με συνεχείς αναζητήσεις που παλεύει να ικανοποιήσει έννοιες όπως η αλήθεια, το καινούριο, η αυτογνωσία κ.ο.κ. Είναι σίγουρα μοναχικός τύπος ( η κλασσική μοναχικότητα του καλλιτέχνη!). Έχει κάνει οικογένεια στο παρελθόν όμως τώρα είναι χωρισμένος. Παρόλα αυτά έχει άψογη επικοινωνία και σχέση με τα παιδιά του και την πρώην γυναίκα του. Δεν έχει πολλά λεφτά, δεν τον νοιάζει κιόλας, όμως σίγουρα δεν πεινάει. Είναι ευγενικός αλλά όχι προσιτός. Ασχολείται μόνο όταν θεωρεί ότι ο άλλος αξίζει. Είναι φιλικός όμως δύσκολος άνθρωπος με πολλές παραξενιές λόγω των πολλών εξαναγκασμών,  προσωπικών επιδιώξεων και εμμονών. Είναι πολύ οξυδερκής, καθόλου ανασφαλής, ξέρει ποιος είναι και τι θέλει. Χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι έχει σταματήσει να αυτοπροσδιορίζεται, να αυτοακυρώνεται και να προβληματίζεται. Μέσα στην πόλη τον φαντάζομαι μόνο, όπως εκείνη τη στιγμή,  με μια μόνιμη διάθεση εξερεύνησης χωρίς όμως ποτέ να ξεχνά τα αγαπημένα του στέκια. Τα οποία σίγουρα είναι μικρά μαγαζάκια με πολύ ζεστό περιβάλλον, καλλιτεχνικές αναφορές και σίγουρα καλό καφέ και καλά ποτά. Στέκια που όλοι τον γνωρίζουν και τον σέβονται, άσχετα αν τον συμπαθούν και του μιλάνε. Δουλεύει πολλές ώρες. Βγαίνει σπάνια έξω και αγαπά πάρα πολύ να είναι μόνος του και να περπατάει. Όταν αποφασίσει να βγει θα είναι για να συναντήσει κάποιον από τους δύο πολύ στενούς του φίλους!
 
Δυστυχώς όμως η ώρα περνούσε και  αναγκάστηκα να τον αφήσω μέσα σε ένα μαγαζί με μεταχειρισμένα ρούχα και να δώσω ένα τέλος και  σε  αυτήν την
 όμορφη διαδρομή. Πραγματικά την ευχαριστήθηκα! Είδα μέρη που δεν είχα ξαναδεί, έμαθα πολλά, αλλά και συγχρόνως ξεχάστηκα και αρκετά. Μια διαδικασία που τελικά αποδείχτηκε πολύ πιο ενδιαφέρουσα και δημιουργική από ότι περίμενα.
                                                                                                         19-11-2013   
ΜΟΛΥΜΠΑΚΗΣ
ΙΑΚΩΒΟΣ

    ΙΣΤΟΡΙΑ ΧΟΡΟΥ                                                                       ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ:
    ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2013                                                            ΝΑΤΑΣΣΑ ΧΑΣΙΩΤΗ                                                                                                                              






    Διαδρομή α’
    «ΟΜΗΡΟΥ – ΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ»










    ΜΟΛΥΜΠΑΚΗΣ
    ΙΑΚΩΒΟΣ
    Ξεκουμπώνω το μπουφάν μου για να νιώσω πιο άνετα και ξεκινώ………….
    Το  πρώτο που αντικρίζω μπροστά μου είναι ένας αστέρας του σινεμά1! Ένας αστέρας, που όσο κι αν δεν ήθελα , τον κοιτούσα με την γνωστή κουτσομπολίστικη περιέργεια μου συγκρίνοντάς τον φυσικά,  με τον μελλοντικό και πολύ πετυχημένο ταυτόχρονα εαυτό μου!!!! Έπειτα, παρατώντας πια την ιδέα του πετυχημένου εαυτού μου στρέφω το κεφάλι πιο χαμηλά (σαν μια αυτόματη σωματοποίηση της παρούσας κατάστασης του εαυτού μου….. δηλαδή του όχι  μόνο «μη πετυχημένου » αλλά κυρίως και πολύ κουρασμένου εαυτού μου).  Ξαφνικά προς μεγάλη μου έκπληξη βλέπω μια αράχνη2 να τρέχει γρήγορα από δω κι από εκεί! Και λέω προς μεγάλη μου έκπληξη, γιατί τα πιο συνηθισμένα από αυτά τα μικρά αγαπημένα «ζωάκια» που θα μπορούσε κάποιος να δει είναι οι κατσαρίδες! Ναι, αυτές οι πανέμορφες, γλυκές και φιλικές σε όλους μας κατσαριδούλες(αυτό λέγεται αυθυποβολή). Αρνούμενος το θέαμα, σηκώνω το βλέμμα μου και κοιτώ ένα ζευγάρι χαμογελαστών κινέζων3 που περνάει από μπροστά μου. Αυτόματα κάνω το συνειρμό πως αυτοί οι δύο άνθρωποι , όπως και εκατομμύρια άλλοι στη χώρα τους ή και σε άλλες χώρες θα έτρωγαν με μεγάλη ευχαρίστηση  τέτοια έντομα, όπως αυτές τις  γλυκές κατσαριδούλες που προανέφερα (υπόσχομαι ότι θα είναι και η τελευταία αναφορά μου σε αυτές τις λατρεμένες κατσαριδούλες!!)

    Περπατώντας λίγα μέτρα παρακάτω, παρατηρώ κάποια κτίρια με στοιχεία παρμένα από την Αρχαία Ελλάδα4, όπως και ένα άγαλμα του Μ. Αλέξανδρου5! Αυτά με κάνουν να θυμηθώ για άλλη μια φορά την δυσκολία μου να συνδεθώ γενετικά με τους υποτιθέμενους προγόνους μου! Μια δυσκολία, την οποία δε θα αναλύσω βέβαια τώρα, αφού και να ήθελα ο θόρυβος μιας μηχανής6 που μόλις πέρασε από δίπλα μου δημιούργησε στιγμιαία διακοπή της λειτουργίας όλων των νευρώνων του εγκεφάλου μου!  Συνεχίζοντας την περιήγηση μου, αρχίζουν, πολύ ευχάριστα, να ερεθίζουν τα αυτιά μου ηχητικά κύματα μουσικής τζαζ7! Αυτά άρχισαν να με ταξιδεύουν, να με παρασέρνουν. ‘Ενιωσα ένα με τα καρτούν που αρχίζουν να ίπτανται όταν τους τραβάει από τη μύτη η μυρωδιά μιας λαχταριστής λιχουδιάς.  Προσγειώθηκα απότομα αλλά και ευχάριστα , όταν λίγο πιο κάτω άρχισα να ακούω τους ήχους ενός μπουζουκιού8 καλοκουρδισμένου, ταχύτατου αλλά και μερακλίδικου, ήχους που στη συνέχεια, όμως,  καλύφθηκαν πολύ γρήγορα από τις νότες μιας ηλεκτρικής κιθάρας9!! Μια περίεργη ακουστική μίξη, που θύμισε τις παρόμοιες αντιθετικές μουσικές επιλογές, που μπορεί κι εγώ ο ίδιος  να κάνω όντας μόνος μου στο σπίτι! Γεγονός  που με έκανε στιγμιαία να αναρωτηθώ κατά πόσο αυτή η πόλη, που λέγεται Αθήνα,  έχει επηρεάσει τα μουσικά μου ακούσματα! Στη συνέχεια η εικόνα ενός μεσήλικα με εμφάνιση «μεταλλά»10 δίπλα από έναν άλλο κυριούλη με κουστουμακι βγαλμένο από ελληνική ταινία11 μου ανέπτυξε ακόμα περισσότερο τον προηγούμενο συλλογισμό μου. Με έκανε να προβληματιστώ για το κέντρο της Αθήνας τόσο, χρησιμοποιώντας λέξεις, όπως είναι η αρμονία, ο πλουραλισμός, η συνύπαρξη κ.τ.λ.
    Συνεχίζοντας, επιταχύνω το βήμα μου, γιατί άρχιζε η κούραση όλης της ημέρας  να γίνεται όλο και πιο αισθητή! Όσο γρήγορα βέβαια κι αν περπατώ δεν γίνεται να μην αντιληφθώ ότι περνάω μπροστά από ένα πολύ κομψό εστιατόριο με λαχταριστούς μεζέδες12! Τους κοίταζα σαν να ήταν ό,τι πιο πολύτιμο υπήρχε εκείνη τη στιγμή επάνω στη γη! Προχωρώ πιο γρήγορα ώστε να απομακρυνθώ όσο γίνεται περισσότερο από τον πειρασμό! Παρατηρώ σχεδόν κινηματογραφικά13 πια ένα γκρουπ ξένων (μάλλον είναι Άγγλοι), δύο πιτσιρίκια14 να παίζουν, μια παρέα φιλολόγων15 (τους κατάλαβα από την κουβέντα τους, το ύφος, το ντύσιμο τους κ.τ.λ.), τρεις τύπους, που πάλι λόγω εμφάνισης θα μπορούσαν να είναι εν δυνάμει λαϊκοί τραγουδιστές16, ένα παλικάρι γέννημα θρέμμα Εξαρχείων17, ένα ζευγάρι πάνω σε μια προσωπική του στιγμή, που λίγο ακόμα θα γινόταν αυστηρώς ακατάλληλη18, ένα μαγαζί με πράγματα για το σπίτι19, πολλά αυτοκίνητα20, δύο φίλες να δίνει η μία στην άλλη ιδιαίτερα μαθήματα αγάπης21 και μια μητέρα με την κόρη της22 και όλες τις φίλες της κόρης της, ενώ εγώ αναρωτιόμουν πως τα καταφέρνει με τόσα παιδιά23!
    Έτσι με όλες αυτές τις πλουραλιστικές εικόνες, φτάνω προς το τέλος της διαδρομής μου! Βλέπω ένα τελευταίο βιβλίο που γράφει για την Κωνσταντινούπολη με τίτλο «Στην Πόλη». Ωχ!!!  Έχω μία εργασία που πρέπει να κάνω και μια διαδρομή που πρέπει να συνεχίσω…. Σηκώνω το κεφάλι. Κοιτάζω γύρω μου. Βλέπω το τζάμι μιας πόρτας που γράφει «ΕΞΟΔΟΣ». Συνειδητοποιώ ότι όλη αυτή την ώρα δεν κάνω καμία διαδρομή και δεν είμαι πουθενά αλλού παρά σε ένα βιβλιοπωλείο. Στο βιβλιοπωλείο Ιανός, στη Σταδίου, στο ύψος της Σοφοκλέους, που έχει bazaar βιβλίων! Όλες αυτές οι προηγούμενες σκέψεις!!! Όλοι αυτοί οι συνειρμοί μπολιασμένοι , βέβαια, με μπόλικη φαντασία, γίνονταν απλά μέσα σε αυτό το βιβλιοπωλείο!!! Σε αυτούς τους συνειρμούς με καθοδηγούσαν κάθε φορά  οι τίτλοι βιβλίων ή CD στους οποίους έπεφτε κάθε τόσο το μάτι μου!! Δηλαδή η αράχνη, οι αστέρες του σινεμά, οι μηχανές κι όλα τα υπόλοιπα δεν ήταν τίποτα άλλο παρά μόνο τίτλοι βιβλίων που η μεγαλειώδης φαντασία μου τους έκανε μια ωραιότατη διαδρομή! Ενώ η τζαζ, τα λαϊκά και το ροκ δεν ήταν τίποτα άλλο παρά τίτλοι CD!!
    Βγαίνοντας, λοιπόν, από το βιβλιοπωλείο τρομοκρατημένος που δεν είχα καν κρατήσει σημειώσεις για την διαδρομή (η οποία κατά σύμπτωση είχε φτάσει πια στο τέλος της), συνειδητοποιώ ότι το ταξίδι μου-διαδρομή μέσα στο βιβλιοπωλείο μοιάζει πολύ με την πραγματική διαδρομή Ομήρου-Σοφοκλέους που θα έπρεπε να περιγράψω. Ίσως, μάλιστα, θα μπορούσα να αντικαταστήσω τη μία  με την άλλη! Μια διαδρομή που τώρα τελευταία κατά τύχη έχω κάνει πολλές φορές λόγω της Αthens Biennale 4 “Agora” στο παλιό χρηματιστήριο. Μια διαδρομή που είναι σαν να είναι ο πιο σύντομος δρόμος για κάποιον ξένο για να ανακαλύψει ολόκληρη την  Αθήνα και όλη την κοινωνική της διαστρωμάτωση. Από το κομψό Κολωνάκι έως τα αναρχικά Εξάρχεια και την πιο λαϊκή Σταδίου, έχεις τη δυνατότητα να γνωρίσεις όλα τα κοινωνικά στρώματα που κατοικούν σε αυτήν την πόλη! Μια πόλη την οποία αγαπάω πάρα πολύ αλλά και μισώ ταυτόχρονα! Μια πόλη για την οποία συνειδητοποιώ ότι το κυριότερο της χαρακτηριστικό είναι η συνύπαρξη! Η συνύπαρξη διαφορετικών ανθρώπων από διαφορετικές φυλές, με διαφορετικές πεποιθήσεις, διαφορετικές αξίες, διαφορετικές συνειδήσεις , διαφορετικά πιστεύω…… Η συνύπαρξη διαφορετικών εικόνων, διαφορετικών γεύσεων, διαφορετικών μυρωδιών, διαφορετικών ήχων…..
    Τέλος, γυρνώντας πια σπίτι μου, νιώθω πολύ χαρούμενος που έκανα αυτού του είδους τη διαδρομή! Νιώθω χαρούμενος γιατί κοιτούσα ψηλά!!! Γιατί χρησιμοποίησα όλες μου τις αισθήσεις!!! Αλλά κυρίως νιώθω χαρούμενος γιατί έκανα μια διαδρομή απλά για τη διαδρομή και όχι για τον προορισμό!!!!!
    Αθήνα 12-11-2013